Connect with us

Hi, what are you looking for?

Ελλάδα

Νίσυρος, κοινοτιστικοί θεσμοί στην πράξη

Όταν υπάρχει ένα στέρεο πλαίσιο αξιών και κανόνων, τότε όχι μόνο μπορεί να γίνει χρηστή χρήση των κοινών αγαθών αλλά ίσως αυτή να γίνεται με τους πλέον ευνοϊκούς όρους για την κοινότητα – το πλαίσιο αυτό υπάρχει και λέγεται “κοινοτισμός”.

Πολύ σύντομα μετά την κατάληψη των Δωδεκανήσων από τον Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή, παραχωρήθηκαν στους κατοίκους κάποια προνόμια διοικητικού και θρησκευτικού χαρακτήρα, με πρώτο ένα φιρμάνι του ίδιου του Σουλεϊμάν που χρονολογείται γύρω στο 1540 μ.Χ. Τα προνόμια αυτά σταδιακά μορφοποίησαν το κοινοτιστικό σύστημα των Δημογεροντιών, με εκλεγμένα από τους πολίτες συμβούλια που διέθεταν σημαντική αυτοδιοικητική, φορολογική και δικαστική θεσμική αυτονομία. Σε συνδιασμό με το σχετικά άγονο και άνυδρο τοπίο (πέρα από τη Ρόδο και την Κω), οι κοινότητες βοήθησαν ώστε η οθωμανική αυτή επαρχία να παραμείνει σχετικά αφανής και ανεπηρέαστη από τα δεινά της Τουρκοκρατίας. Το μοντέλο αυτοδιοίκησης τους, μικρογραφία του αρχαίου Αθηναϊκού, επέτρεψε στους κατοίκους να δημιουργήσουν ένα θεσμικό πλούτο που περνούσε από γενιά σε γενιά, τη σύγχρονη εφαρμογή του οποίου στην πράξη θα δούμε στα παρακάτω παραδείγματα από τη Νίσυρο. [1]

Η Δημογεροντία διοικούνταν επί τη βάση του άγραφου εθιμικού νόμου που διήπε τη λειτουργία της μικρής αυτής Πολιτείας (“άγραφο Συνταγματικό Χάρτη της Νισυριακής Πολιτείας” το χαρακτηρίζει ο Κ. Σακελλαρίδης). Παρά την εθιμική φύση του τοπικού Δικαίου ο Νόμος ήταν σεβαστός από όλους και είχε βοηθήσει στην απρόσκοπτη λειτουργία της Πολιτείας, χωρίς να γνωρίζουμε περισσότερες πληροφορίες για το πως προσαρμοζόταν ή συμπληρωνόταν ο Νόμος στις μεταβαλλόμενες ανάγκες της περιοχής. Μία εξωγενής δραματική μεταβολή προέκυψε στα πρώτα κιόλας χρόνια της Ιταλικής Κατοχής, καθώς οι κατοχικές αρχές αμφισβήτησαν το εθιμικό δίκαιο. Για το λόγο αυτό, η Δημοτική Αρχή συνέταξε γραπτό Κανονισμό ο οποίος το Σεπτέμβριο του 1914 εκτέθηκε στην Ανοιχτή Συνέλευση των κατοίκων και υπερψηφίστηκε. Είναι άγνωστο εάν υπήρξαν αλλαγές και προσθήκες στο αρχικό σχέδιο του Κανονισμού κατά τη Συνέλευση, ωστόσο δεν θα ήταν άτοπο να υποθέσουμε ότι η ουσιαστική διαβούλευση περί του Κανονισμού είχε προηγηθεί σε άτυπη μορφή στην “Αγορά” του νησιού, δηλαδή κατά την καθημερινή κοινωνική αλληλεπίδραση των πολιτών. Το γεγονός πάντως είναι ότι η Νισυριακή Πολιτεία απέκτησε γραπτό Καταστατικό Χάρτη (αναμφίβολα, σε μεγάλο βαθμό στηριγμένο στο εθιμικό δίκαιο), νομιμοποιημένο με άμεσο τρόπο από τους κατοίκους το οποίο προσέδωσε και τυπικά κύρος στις αποφάσεις των Δημοτικών Αρχών.

Οι Ιταλοί με έγγραφο τους το Δεκέμβριο του 1914 ζήτησαν κάποιες εξηγήσεις επί του Κανονισμού, οι εξηγήσεις δόθηκαν με διπλωματικό τρόπο από τις Αρχές και έκτοτε δεν επανήλθαν, πράγμα που οι κάτοικοι το εξέλαβαν ως de facto αναγνώριση της ισχύς του. Η κατάσταση αυτή συνεχίστηκε μέχρι την περίοδο διακυβέρνησης De Vecchi οπότε η προσπάθεια εκφασισμού της κοινωνίας από τις κατοχικές αρχές οδήγησε σε κεντρικού τύπου αυταρχική διοίκηση. [2]

Το κενό της περιόδου De Vecchi συνεχίστηκε και κατά την περίοδο του Β’ Παγκ. Πολέμο, όπου είχαμε την κατάληψη των νησιών από τη Γερμανία μετά τη συνθηκολόγηση Badoglio. Η κανονικότητα άρχισε να επανέρχεται στη Νίσυρο μετά την αποχώρηση των Γερμανών το βράδυ της 2ας Οκτωβρίου 1944. Στις 5 του μηνός ένα Άγγλος λοχαγός απ’το επιτελείο του Paget εμφανίστηκε στο νησί και ζήτησε συνάντηση με τους προκρίτους του – ελεύθερου πλέον – νησιού για να συζητηθεί η μετάβαση στην πολιτική διοίκηση. Στη συνέλευση αποφασίστηκε να γίνουν οι πρώτες ελεύθερες εκλογές την Κυριακή 16 Οκτωβρίου, οπότε και εξελέγησαν δήμαρχοι και 6μελή συμβούλια για τους 3 Δήμους. Ο De Vecchi είχε ενοποιήσει τη διοίκηση του νησιού σε ένα δήμο στο παρελθόν, αν και ποτέ δεν εφαρμόστηκε επί της ουσίας η απόφαση αυτή. Έτσι, μία από τις πρώτες ενέργειες των 3 Δημάρχων ήταν η τυπική κατάργηση του κανονισμού αυτού με βάση το πρακτικό της κοινής συνεδρίασης της 20η Οκτ. στο Μανδράκι. [3]

Άλλες άμεσες προτεραιότητες των Δήμων ήταν ο διορισμός 3-4 αστυφυλάκων ανά Δήμο και η λήψη αποφάσεων για τη συντήρηση των σχολείων και την εύρυθμη λειτουργία τους. Εξαιρετικά επείγον επίσης ήταν το ζήτημα διαχείρισης του θειοχώματος (σημαντικού εξαγωγικού προϊόντος του νησιού), όπως θα δούμε αναλυτικότερα στη συνέχεια. Ένα άλλο σημαντικό ζήτημα ήταν η διευθέτηση κτηματικών διαφορών απ’ το Δημοτικό συμβούλιο, ειδικά αγροζημιών. Οι συνεδριάσεις του Συμβουλίου ήταν δημόσιες και πάντοτε προηγούνταν συζήτηση. Σε μία υποδειγματική επίδειξη κοινοτισμού “έκαμναν εντύπωση η γνώση και οι υποδείξεις των γηραιών γεωργών και τσοπάνηδων για να βγει ορθότερη απόφαση”. Οι αντιπρόσωποι των πολιτών δεν είναι οι “αυτόκλητοι” φωτισμένοι “σωτήρες” των αμόρφωτων πληβείων, αλλά οι σόφρωνες διαχειριστές που καταφεύγουν στη λαϊκή σοφία και την εμπειρία αιώνων όπως αυτή μεταδίδεται από γενιά σε γενιά. Το Δίκαιο δεν είναι μία τεχνητή κατασκευή “ειδικών” αλλά ξεπηδά οργανικά μέσα από την κοινότητα, έχει δοκιμαστεί, τροποποιηθεί και ραφιναριστεί στο πέρασμα των γενεών και γι’αυτό είναι καταλληλότερο για να εκφράσει το περί δικαίου αίσθημα της κοινότητας.

Το άρθρο του Γ. Μ Σακελλαρίδη δίνει ένα εξαίρετο παράδειγμα πρακτικής, κοινοτιστικής διαχείρισης ενός κοινού αγαθού, του “θειοχώματος”. Ο εμπλουτισμός του χώματος με θειάφι θεωρούνταν ότι αυξάνει τη γονιμότητα εξαιτίας της απολυμαντικής του δράσης – εξαιτίας δε του ηφαιστείου της Νισύρου, το νησί ήταν πλούσιο σε θείο, το οποίο το εξήγαγαν με κυριότερους αγοραστές τη Σάμο και την Κρήτη, αλλά και διάφορες περιοχές της ηπειρωτικής Ελλάδας. Μετά την απελευθέρωση, μία από τις πρώτες μέριμνες των προκρίτων ήταν να σχεδιάσουν τον τρόπο διαχείρισης του θειοχώματος με βάση την απλή λογική, την υπευθυνότητα και το σεβασμό στα τοπικά έθιμα: “Η εκμετάλλευση θα γινόταν από όλη τη Νίσυρο, για όλη τη Νίσυρο”.

Η κοινή απόφαση ήταν ότι ο καθένας θα βοηθούσε όπου μπορούσε σε μία από τις 3 μορφές εργασίας: εκσκαφή, μεταφορά (με γαϊδουράκια στο λιμάνι) ή φόρτωση σε πλοιάρια (των αγοραστών) και η αμοιβή θα ήταν ανάλογη της εργασίας. Ορίστηκαν επίσης οι υπεύθυνοι εργοταξίου (στο μεγάλο κρατήρα του ηφαιστείου) και λογιστικής διεκπεραίωσης. Τέλος, την αξία του θειοχώματος σε χρήμα ή τη σχέση ανταλλαγής με αγαθά την καθόριζαν οι 3 δήμαρχοι. Το πρώτο καΐκι φάνηκε το Φλεβάρη του 1945 και έφερνε λάδι, σταφίδα και σαπούνι απ’το Ηράκλειο για να τα ανταλλάξει με θειόχωμα. Οι δήμαρχοι συμφώνησαν την σχέση ανταλλαγής με τους αγοραστές και οι εργάτες συμφώνησαν να πληρωθούν σε είδος. Η συναλλαγή ήταν επιτυχημένη και αποτέλεσε τον οδηγό για περαιτέρω ανάπτυξη των εργασιών καθώς άρχισαν να καταφτάνουν περισσότερα καΐκια (“ήλθε μέρα που περίμεναν σειρά φόρτωσης 5-6 καΐκια και τον Απρίλη, δέκα”).

Βέβαια, η αυξημένη ζήτηση αύξησε και την πολυπλοκότητα. Η προσφορά εργασίας ήταν αυξημένη και το εργοτάξιο μεγάλο, οπότε δεν υπήρχε πρόβλημα παραγωγής και μεταφοράς. Όμως, σταδιακά τα αγαθά προς ανταλλαγή έγιναν περισσότερα (μακαρόνια, ρύζι, ζάχαρη, υφάσματα Σύρου, ρετσίνα κ.α) οπότε ο καθορισμός της σχέσης ανταλλαγής, η αποθήκευση και ο διαμοιρασμός στους εργάτες έγινε πολύ δυσκολότερος. Η προσπάθεια να διακόψουν την ανταλλαγή σε είδος και να ζητούν πληρωμή σε χρήμα έφερε νέα προβλήματα: η πληρωμή θα γινόταν σε δραχμές ή λιρέτες και με ποιά ισοτιμία; Οι Άγγλοι κατόπιν έφεραν δικό τους χρήμα, τη “λίρα ΒΜΑ” κατά τη διετία της στρατ. διοίκησης των Δωδεκανήσων, που έκανε ακόμη πιο σύνθετη την πληρωμή. [4]

To γεγονός είναι ότι το εγχείρημα, παρά τις δυσκολίες και τη συνθετότητα του, αντιμετωπίστηκε επιτυχώς και όλα τα σπίτια της Νισύρου και στα 3 χωριά γέμισαν αγαθά και το χρήμα άρχισε να κυκλοφορεί, σε σημείο μάλιστα που ο μηνιαίος μισθός του δασκάλου έφτασε να είναι ίδιος με το ημερομίσθιο του εργάτη – γεγονός που αντιμετωπίστηκε με μια γενναία αύξηση του πρώτου [5]. Χωρίς εμπειρία και γνώσεις “στήθηκε μια καλά οργανωμένη συνεταιριστική επιχείρηση”, χάρις στην απλή λογική, την υπευθυνότητα των συμμετεχόντων και τον πλούτο της τοπικής παράδοσης και εθίμων! Η επιμέλεια και ακρίβεια των τηρηθέντων αρχείων ήταν τέτοια που εντυπωσίασε τον Επιθεωρητή του Υπουργείου το 1951. Γι’αυτό και ο Σακελλαρίδης πριν από 30 χρόνια όταν έγραφε το άρθρο, επέμενε ότι μία συστηματική έρευνα στα αρχεία της Νισύρου της εποχής εκείνης (“εποχή Παπάτσου”, απ’το όνομα του υπαλλήλου που χειριζόταν τα δημόσια έγγραφα) θα κατέληγε σε πολύ χρήσιμα συμπεράσματα γύρω από τη “διαχείριση των κοινών”. Το εγχείρημα ολοκληρώθηκε μετά το τέλος του πολέμου οπότε η ζήτηση μειώθηκε ώσπου κάποια στιγμή μηδενίστηκε.

Συμπεράσματα

Το άρθρο του Γ. Σακελλαρίδη αποτελεί προσωπική μαρτυρία για τα δυσκολότερα χρόνια του πολέμου στη Νίσυρο όπου μεταξύ άλλων σκιαγραφεί αδρά μία συνεταιριστική επιχείρηση που στήθηκε ad hoc εξαιτίας της εξωτερικής ζήτησης ενός αγαθού (του θειοχώματος) το οποίο αποτελούσε κοινή περιουσία των κατοίκων. Το εγχείρημα παρουσίαζε κάποια αντικειμενικά σύνθετα προβλήματα που έπρεπε να επιλυθούν: στενότητα χρόνου, μεταπολεμικό οικονομικό περιβάλλον, απουσία προϋπάρχοντος διαχειριστικού μηχανισμού, εναλλαγή μεταξύ εγχρήματης ή ανταλλακτικής συναλλαγής, ασάφειες ως προς το νόμισμα και την ισοτιμία πώλησης κ.α.. Για την υπέρβαση τους οι κάτοικοι χρησιμοποίησαν τα όπλα που υπάρχουν διαχρονικά στη φαρέτρα των κοινοτιστικών θεσμών: κοινή λογική, υπευθυνότητα, λογοδοσία και διαφάνεια, συμμετοχή όλων στη λήψη των αποφάσεων, στην εργασία και στις απολαβές, αποφυγή ιδεολογικοπολιτικών αγκυλώσεων και “προαπαιτούμενων” και – πρωτίστως – ένα άϋλο πολιτισμικό κεφάλαιο υπό τη μορφή ηθών και εθίμων που δημιουργεί ένα στέρεο δικαιϊκό και ηθικό πλαίσιο υποχρεώσεων και δικαιωμάτων του κάθε προσώπου σε κοινωνία με τους γύρω του.

Βέβαια, η περίληψη αυτή είναι ανοιχτή σε κριτική: απουσιάζουν σημαντικές πληροφορίες όπως για το πως γινόταν επίλυση διαφορών (και τι είδους διαφορές μπορεί να υπήρξαν), πως και κάθε πότε γινόταν ενημέρωση των συμμετεχόντων, εάν υπήρξαν καταγγελίες κακαδιαχείρισης κ.α. Κάποιος θα μπορούσε επίσης να υποστηρίξει ότι η εικόνα που δώθηκε είναι “εξιδανικευμένη” επειδή ο αρθρογράφος ήταν μεταξύ των προσώπων με κομβικό ρόλο στο εγχείρημα. Τέλος, μπορεί επίσης να υποστηριχτεί ότι με κάποιo άλλο “μοντέλο” διαχείρισης (π.χ. δημοπράτηση σε εργολάβο) θα υπήρχαν καλύτερα αποτελέσματα (ταχύτερη εργασία, μεγαλύτερη παραγωγή, υψηλότερη τιμή κ.α.) αν και όλα κρίνονται τελικά στο μέσο εισόδημα που επιστρέφει στους εργαζόμενους, σε συνάρτηση των συνθηκών εργασίας – θεωρώ ότι χρειάζεται πολύ καλά τεκμηριωμένη επιχειρηματολογία για να αποδειχτεί ότι θεωρητικά ένα άλλο μοντέλο θα είχε καλύτερα τελικά αποτελέσματα για τους κατοίκους του νησιού.

Σε κάθε περίπτωση, για να υπάρξουν επιστημονικά τεκμηριωμένα αποτελέσματα απαιτείται συστηματική έρευνα του πρωτογενούς υλικού, το οποίο συστήνει και ο ίδιος ο αρθρογράφος. Το υλικό υπήρχε την εποχή που γραφόταν το άρθρο (ελπίζω να υπάρχει ακόμη) και περίμενε τον καλό μελετητή που θα ενσκύψει πάνω του με σεβασμό και αντικειμενικότητα για να το αναδείξει. Πέρα από αυτό όμως, η πρώτη αυτή αδρή περιγραφή ιχνογραφεί ένα εγχείρημα που λειτούργησε με πολλά θετικά αποτελέσματα έχοντας οργανωθεί εκ του μηδενός σε εξαιρετικά δυσχερείς συνθήκες. Η εφαρμογή του στην πράξη αποτελεί αντεπιχείρημα στην προσπάθεια μεταφοράς της θεωρίας της “τραγωδίας των κοινών” του Γκ. Χάρντιν (G. Hardin) στο χώρο των κοινών αγαθών – η κοινοκτημοσύνη ενός αγαθού δεν σημαίνει ούτε κατασπατάληση, ούτε αδράνεια στην εκμετάλλευση του, ούτε διαφθορά. Όταν υπάρχει ένα στέρεο πλαίσιο αξιών και κανόνων, τότε όχι μόνο μπορεί να γίνει χρηστή χρήση αλλά ίσως αυτή να γίνεται με τους πλέον ευνοϊκούς όρους για την κοινότητα – το πλαίσιο αυτό υπάρχει και λέγεται “κοινοτισμός”.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1] Πηγή πληροφοριών: Carabott, Philip. “Pawns that never became queens”: the Dodecanese Islands, 1912-1924.” Kampos: Cambridge papers in modern Greek 4 (1996).

[2] Oι πληροφορίες για την ψήφιση του γραπτού Κανονισμού και την αντίδραση των Ιταλών προέρχονται από το άρθρο του Κώστα Ο. Σακελλαρίδη, “Οι σχέσεις Δημογεροντίας Νισύρου και τοπικών Ιταλικών Αρχών κατά τα πρώτα χρόνια της Ιταλικής Κατοχής” [Νισυριακά τ. ΙΑ΄, σελ. 81-90 (Αθήνα 1990)]. Αναλυτική περιγραφή της περιόδου De Vecchi στο Κυβερνείο των Δωδεκανήσων, στο άρθρο του Χρ. Δαγρέ “Ο De Vecchi και η προσπάθεια εξιταλισμού των Δωδεκανήσων” της ιστοσελίδας Cognosco Team.

[3] Όλες οι πληροφορίες για τη μεταβατική περίοδο μετά την απελευθέρωση από τους Γερμανούς, και τη διαχείριση των εξαγωγών θειοχώματος προέρχονται από το άρθρο του Γιώργου Μ. Σακελλαρίδη, “Μνήμη και Χρέος: Δύσκολα Κατοχικά χρόνια (Μάρτιος 1944 – Μάϊος 1945)” [Νισυριακά, τ.ΙΒ’, σελ. 61-100 (Αθήνα, 1993)].

[4] Περισσότερες πληροφορίες για τη διετή βρετανική διοίκηση Δωδεκανήσων στο άρθρο του Χρ. Δαγρέ “Δωδεκάνησα: Βρετανική κατοχή με εντολή του ΟΗΕ (1945-47)” της ιστοσελίδας Cognosco Team.

[5] Ο Γ.Μ. Σακελλαρίδης αφηγείται μία εξαιρετικά συγκινητική ιστορία για το πως οι πρώτοι μισθοί των δασκάλων εξασφαλίστηκαν από τα Χριστουγεννιάτικα κάλαντα – όταν ακόμα και οι μουσικοί που έπαιξαν όχι μόνο αρνήθηκαν να δεχτούν αμοιβή αλλά συνεισέφεραν κι αυτοί στο ταμείο. Αυτά έγιναν προτού ξεκινήσει το εγχείρημα με το θειόχωμα, γεγονός που υπογραμμίζει τη άμεση προτεραιότητα που έδιναν οι κάτοικοι, μέσω των αυτοδιοικητικών θεσμών τους, στην ελληνική παιδεία.

4 Comments

4 Comments

  1. Pingback: Νίσυρος, κοινοτιστικοί θεσμοί στην πράξη – Cognosco Team

  2. Γιωργος Θωμάκος

    2024-07-04 at 12:43

    Εξαιρετικό άρθρο!

    • Πράγματι.

    • Χρ. Δαγρές

      2024-07-10 at 16:52

      Ευχαριστώ κι εσένα Γιώργο και το Διονύση για τα καλά σας λόγια.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

You May Also Like

Ιστορικά

Εισαγωγικό σχόλιο Οι παρακάτω πληροφορίες προέρχονται κυρίως από τα 2 πρώτα βιβλία της βιβλιογραφίας και σε περιορισμένο βαθμό από το 3ο. Όλα είναι βιβλία...

Διεθνή

Το ζήτημα είναι ακόμη υπό διερεύνηση και υπάρχουν πτυχές του (π.χ. η συλλογή υπογραφών ερήμην της ομάδας πρωτοβουλίας) που πρέπει οπωσδήποτε να αποσαφηνιστούν. Οι...

Διεθνή

Οι Ιταλοί πολίτες θα εγκρίνουν ή θα απορρίψουν με δημοψήφισμα νόμο του κοινοβουλίου τους.

Διεθνή

Οι Ελβετοί πολίτες καλούνται να εμποδίσουν τη δημόσια χρηματοδότηση της Γιουροβίζιον στη χώρα τους.